Προφητεία του Γέροντος Σίμωνος απομαγνητοφωνημένη.
«…Όπως βλέπουμε σήμερα τον κόσμο γενικώς, ότι δεν εδύνατο ο Θεός πλέον να ανεχθεί εκείνη την λυπηρά κατάσταση σ’ όλη την οικουμένη, μηδαμώς εξαιρουμένης και της Ελλάδος,
που την αγαπά περισσότερο και το οποίο στα χαρτιά μας λέει και σε λίγο πραγματοποιούνται, ότι η Ελλάς, η Ελλάς θα δείτε σε λίγο πόσο θα γίνει μεγάλη, μεγάλη, μεγάλη. Όχι μόνο θα δείτε, θα έχει εξαίρετο και λαμπρό παράδειγμα εις όλη την Οικουμένη, διότι ενθυμείσθε ότι εδώ δεν εχύθηκε αίμα, όταν εκήρυξε ο Απόστολος Παύλος, ενώ ξέρεις τι αίμα χύθηκε σ’ όλα τα έθνη.
Ενθυμείσθε ότι είπε, τι είπε ο Χριστός, όταν επήγαν τινές Έλληνες, όταν επήγε ο Ανδρέας και ο Φίλιππος. Ενθυμείσθε τώρα που είπανε, τινές άνδρες ιδείν θέλουνε τον Κύριο και είπε: «Νυν εδοξάσθη ο Υιός του Ανθρώπου». Και γιατί; Πώς γιατί; Τα πράγματα μαρτυρούν γιατί.
Είπαμε ότι, διότι δεν εχύθηκε αίμα, διότι μετά πιστών φιλοσόφων επλησίαζαν τον Θεό μερικοί. Και διά τούτο, ήταν ετοιμασμένοι και ωραίαι ψυχαί. Εις αυτές τις ωραίες ψυχές λοιπόν θέλησε ο Θεός, τις ολίγες, να πλέξει το εγκώμιο. Συν τούτο έχομε και ένα άλλο. Ποιος ο λόγος λοιπόν, αυτοί οι Απόστολοι, να μην έγραψαν τα Ευαγγέλια, την Καινή Διαθήκη, τα άλλα όλα εις την εβραϊκήν γλώσσα, την δική τους, που μάλιστα ήταν και αγράμματοι; Προς εντροπήν των συμπατριωτών, διότι ήταν ανάξιοι αυτοί, που σταύρωσαν τον Χριστό, να ακούσουνε στην εβραϊκή γλώσσα τα λόγια αυτών.
Και έγραψαν εις την ελληνική, γιατί η Ελλάς είχε την γλώσσα αυτήν, η οποία ήταν ωραία γλώσσα, αφ’ ενός μεν που ήτανε ωραία γλώσσα και είχε απήχηση σ’ όλη την οικουμένη, αλλά αφ’ ετέρου δε, ότι ήτανε και άξιοι. Διότι δεν ηθέλησαν να κάνουν κακό. Ότι ήταν αμαρτωλοί, όλος ο κόσμος. Ήτανε αμαρτωλοί, αλλά όμως και δεν μπορούσανε να μην δεχθούν το ωραίο, το οποίο ήκουσαν, την υψηλήν αυτήν, την υψηλή διδασκαλία, την εδέχθησαν. Όχι ότι δεν ήτανε αμαρτωλοί. Αμαρτωλοί ήτανε, αλλά δεν εδέχοντο τα άλλα έθνη.
Ολίγοι μόνοι. Και γι’ αυτό έγιναν τόσα και τόσα μαρτύρια, τις χιλιάδες των μαρτύρων. Άρα, λοιπόν, διά τούτο και φυλάει ο Θεός την Ελλάδα, τώρα ιδιαιτέρως να την δοξάσει, αν και πάντοτε έδειχνε το μεγαλείον (η Ελλάς), όταν εγινότανε πόλεμος, αλλά και τώρα ιδίως που πρόκειται λοιπόν άπαντες διά παντός.
Όχι ότι θα την μεγαλώσει ο Θεός. Θα την ανυψώσει, θα την δοξάσει. Τώρα όμως, ολίγες ημέρες έχουμε, οπότε επέρχεται η κάθαρσις, έχουμε ολίγες ημέρες -να μην έρχονται σε απόγνωση (οι Έλληνες). Μόνο οφείλουμε να κηρύττουμε παντού και να λέγομε παντού ότι και πολλά καλά θέλουμε (δει). Έχει πει και ο Θεός ότι «ουδέ θριξ της κεφαλής δεν θα πειραχθή εις τους μετανοούντας», αλλά όχι μετάνοια όπως την θέλουμε.
Άρα λοιπόν, αγαπητοί, οφείλουμε να γνωρίσουμε ότι, μη φοβηθούμε ό,τι λέγουν, ό,τι κάνουν και ό,τι γίνεται, «ταύτα δει γενέσθαι». Καταλάβατε; Πρέπει να γίνουν αυτά. Ήρθε η ώρα πλέον να καθαρίσει -όχι η Δευτέρα Παρουσία- να καθαρίσει η ήρα από το στάρι.
Και η πρώτη, η πρώτη Ελλάς (θα είναι) αυτή που θα υποστεί από τους Τούρκους μία μικρή, μία μικρή -αυτήν όπως είπομεν- προσβολή, αλλά είναι ο τάφος τους όμως -της Τουρκίας. Ο τάφος τους καθώς το είχανε πει και αυτοί οι Τούρκοι, όπως είπαν μερικοί τώρα…
Άρα λοιπόν, άρα λοιπόν, να είμεθα ετοιμασμένοι, χαρούμενοι, ότι ο μετανοών άνθρωπος, δεν πρόκειται να υποστή τίποτα. Να είμεθα χαρούμενοι, διότι εγνωρίσαμε τον Χριστό, αλλά όχι όμως να τον λατρεύουμε όπως θέλει (ο) καθένας και (να) λέγονται χριστιανοί άνθρωποι (οι ετερόδοξοι).
Αν θέλουμε να δούμε τον Χριστό, πρέπει να είμαστε ανεξίκακοι, πρέπει να έχουμε
αγάπη, διά να την μεταδίδουμε και αυτοί, με την συμπεριφορά μας, με τον τρόπο μας και με τις καλές πράξεις μας. Και αν οι άλλοι άνθρωποι είναι αδύνατοι, να τους βοηθήσουμε. Εάν οι άλλοι αυτοί είναι κακοί, να προσπαθήσουμε, αν είναι δυνατόν θα δεχθούν, να δεχθούν την διδασκαλία του Χριστού. Τότε ασφαλώς ο άνθρωπος αυτός θα καταξιωθή διά διπλής, όχι μερίδος, αλλά τιμής παρά του Θεού και παρά των ανθρώπων».
Πηγή:
«…Όπως βλέπουμε σήμερα τον κόσμο γενικώς, ότι δεν εδύνατο ο Θεός πλέον να ανεχθεί εκείνη την λυπηρά κατάσταση σ’ όλη την οικουμένη, μηδαμώς εξαιρουμένης και της Ελλάδος,
που την αγαπά περισσότερο και το οποίο στα χαρτιά μας λέει και σε λίγο πραγματοποιούνται, ότι η Ελλάς, η Ελλάς θα δείτε σε λίγο πόσο θα γίνει μεγάλη, μεγάλη, μεγάλη. Όχι μόνο θα δείτε, θα έχει εξαίρετο και λαμπρό παράδειγμα εις όλη την Οικουμένη, διότι ενθυμείσθε ότι εδώ δεν εχύθηκε αίμα, όταν εκήρυξε ο Απόστολος Παύλος, ενώ ξέρεις τι αίμα χύθηκε σ’ όλα τα έθνη.
Ενθυμείσθε ότι είπε, τι είπε ο Χριστός, όταν επήγαν τινές Έλληνες, όταν επήγε ο Ανδρέας και ο Φίλιππος. Ενθυμείσθε τώρα που είπανε, τινές άνδρες ιδείν θέλουνε τον Κύριο και είπε: «Νυν εδοξάσθη ο Υιός του Ανθρώπου». Και γιατί; Πώς γιατί; Τα πράγματα μαρτυρούν γιατί.
Είπαμε ότι, διότι δεν εχύθηκε αίμα, διότι μετά πιστών φιλοσόφων επλησίαζαν τον Θεό μερικοί. Και διά τούτο, ήταν ετοιμασμένοι και ωραίαι ψυχαί. Εις αυτές τις ωραίες ψυχές λοιπόν θέλησε ο Θεός, τις ολίγες, να πλέξει το εγκώμιο. Συν τούτο έχομε και ένα άλλο. Ποιος ο λόγος λοιπόν, αυτοί οι Απόστολοι, να μην έγραψαν τα Ευαγγέλια, την Καινή Διαθήκη, τα άλλα όλα εις την εβραϊκήν γλώσσα, την δική τους, που μάλιστα ήταν και αγράμματοι; Προς εντροπήν των συμπατριωτών, διότι ήταν ανάξιοι αυτοί, που σταύρωσαν τον Χριστό, να ακούσουνε στην εβραϊκή γλώσσα τα λόγια αυτών.
Και έγραψαν εις την ελληνική, γιατί η Ελλάς είχε την γλώσσα αυτήν, η οποία ήταν ωραία γλώσσα, αφ’ ενός μεν που ήτανε ωραία γλώσσα και είχε απήχηση σ’ όλη την οικουμένη, αλλά αφ’ ετέρου δε, ότι ήτανε και άξιοι. Διότι δεν ηθέλησαν να κάνουν κακό. Ότι ήταν αμαρτωλοί, όλος ο κόσμος. Ήτανε αμαρτωλοί, αλλά όμως και δεν μπορούσανε να μην δεχθούν το ωραίο, το οποίο ήκουσαν, την υψηλήν αυτήν, την υψηλή διδασκαλία, την εδέχθησαν. Όχι ότι δεν ήτανε αμαρτωλοί. Αμαρτωλοί ήτανε, αλλά δεν εδέχοντο τα άλλα έθνη.
Ολίγοι μόνοι. Και γι’ αυτό έγιναν τόσα και τόσα μαρτύρια, τις χιλιάδες των μαρτύρων. Άρα, λοιπόν, διά τούτο και φυλάει ο Θεός την Ελλάδα, τώρα ιδιαιτέρως να την δοξάσει, αν και πάντοτε έδειχνε το μεγαλείον (η Ελλάς), όταν εγινότανε πόλεμος, αλλά και τώρα ιδίως που πρόκειται λοιπόν άπαντες διά παντός.
Όχι ότι θα την μεγαλώσει ο Θεός. Θα την ανυψώσει, θα την δοξάσει. Τώρα όμως, ολίγες ημέρες έχουμε, οπότε επέρχεται η κάθαρσις, έχουμε ολίγες ημέρες -να μην έρχονται σε απόγνωση (οι Έλληνες). Μόνο οφείλουμε να κηρύττουμε παντού και να λέγομε παντού ότι και πολλά καλά θέλουμε (δει). Έχει πει και ο Θεός ότι «ουδέ θριξ της κεφαλής δεν θα πειραχθή εις τους μετανοούντας», αλλά όχι μετάνοια όπως την θέλουμε.
Άρα λοιπόν, αγαπητοί, οφείλουμε να γνωρίσουμε ότι, μη φοβηθούμε ό,τι λέγουν, ό,τι κάνουν και ό,τι γίνεται, «ταύτα δει γενέσθαι». Καταλάβατε; Πρέπει να γίνουν αυτά. Ήρθε η ώρα πλέον να καθαρίσει -όχι η Δευτέρα Παρουσία- να καθαρίσει η ήρα από το στάρι.
Και η πρώτη, η πρώτη Ελλάς (θα είναι) αυτή που θα υποστεί από τους Τούρκους μία μικρή, μία μικρή -αυτήν όπως είπομεν- προσβολή, αλλά είναι ο τάφος τους όμως -της Τουρκίας. Ο τάφος τους καθώς το είχανε πει και αυτοί οι Τούρκοι, όπως είπαν μερικοί τώρα…
Άρα λοιπόν, άρα λοιπόν, να είμεθα ετοιμασμένοι, χαρούμενοι, ότι ο μετανοών άνθρωπος, δεν πρόκειται να υποστή τίποτα. Να είμεθα χαρούμενοι, διότι εγνωρίσαμε τον Χριστό, αλλά όχι όμως να τον λατρεύουμε όπως θέλει (ο) καθένας και (να) λέγονται χριστιανοί άνθρωποι (οι ετερόδοξοι).
Αν θέλουμε να δούμε τον Χριστό, πρέπει να είμαστε ανεξίκακοι, πρέπει να έχουμε
αγάπη, διά να την μεταδίδουμε και αυτοί, με την συμπεριφορά μας, με τον τρόπο μας και με τις καλές πράξεις μας. Και αν οι άλλοι άνθρωποι είναι αδύνατοι, να τους βοηθήσουμε. Εάν οι άλλοι αυτοί είναι κακοί, να προσπαθήσουμε, αν είναι δυνατόν θα δεχθούν, να δεχθούν την διδασκαλία του Χριστού. Τότε ασφαλώς ο άνθρωπος αυτός θα καταξιωθή διά διπλής, όχι μερίδος, αλλά τιμής παρά του Θεού και παρά των ανθρώπων».
Πηγή: