Πίσω σε παλιές δεκαετίες σε γειτονιές της Αθήνας …
Άνθρωποι του μεροκάματου που έμεναν σε νοικιασμένα πολυσπίτια κάτι σαν μίνι πολυκατοικία..Με την διαφορά ότι δεν υπήρχαν όροφοι ….δωμάτια σε μια αυλή χτισμένα άναρχα για να τα νοικιάζει ο ιδιοκτήτης.
Φτώχεια και των γονέων….νιόπαντρα ζευγάρια φόρτωναν τα υπάρχοντά τους στην τρίκυκλη μοτοσοκλέτα ΕΚΤΕΛΟΥΝΤΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑΙ που είχε πιάτσα στην Αθηνάς στην Βαρβάκειο και πήγαιναν στο νέο τους σπίτι…στο δωμάτιο της αυλής.
Η ντουλάπα…το σιδερένιο κρεβάτι με τον σουμιέ το σπαστό τραπέζι δύο καρέκλες και το μικρό μπαούλο με τα ρούχα.
Τα υπόλοιπα σιγά σιγά από το Γιουσουρούμ.
Τα ρούχα που φορούσαν ήταν και τα μοναδικά όπως και τα παπούτσια.
Είχε ο Θεός σιγά-σιγά θα πορευόντουσαν καλύτερα.
Σε αυτές τις γειτονιές κάποιοι έβγαζαν μεροκάματο …οι πλανόδιοι.
Μεταξύ αυτών και ο τσαγκάρης….
Αυτός έδινε άμεσα την λύση…έκλεινε και ραντεβού με τον πελάτη για να είναι τα παπούτσια προς επιδιόρθωση…εκεί.
Ο λόγος απλός ήταν τα μοναδικά και τα φορούσε.
Γνώριμη η φωνή του….»…ο μπαλωματήηηης…»…
Ένα σιδερένιο καλαπόδι αναμάσχαλα και ένα σακούλι με τα εργαλεία του… σφυρί…τανάλια…. ξυλόπροκες….μικροπροκάκια….κομμάτια δέρματος από παλιά παπούτσια για να κλείνει τις τρύπες…. σουβλί….κερωμένο σπάγγο… βελόνα….φαλτσέτα (το μαχαίρι του τσαγκάρη ).
Καθότανε έξω στα σκαλάκια της αυλόπορτας ακουμπούσε στο σιδερένιο καλαπόδι το παπούτσι και το μπάλωνε.
Είχε γίνει είδηση παλιά ο θάνατος ενός πλανόδιου μπαλωματή στην Αθήνα.
Τον είχε χτυπήσει αυτοκίνητο.
Έγραφε η εφημερίδα….
«Εις τον Παράδεισον που θα ευρίσκεται θα έχη τώρα πολλή δουλειά. Εκεί καταλύουν πλήθη φουκαράδων που επέρασαν τον κόσμον τούτον με τρύπια παπούτσια διά να κερδίσουν μίαν ευχάριστον αιώνιον ζωήν…»
Πόσο μακρινό και πόσο κοντινό αυτό το σχόλιο ;Πηγή: Πίσω στα παλιά
Άνθρωποι του μεροκάματου που έμεναν σε νοικιασμένα πολυσπίτια κάτι σαν μίνι πολυκατοικία..Με την διαφορά ότι δεν υπήρχαν όροφοι ….δωμάτια σε μια αυλή χτισμένα άναρχα για να τα νοικιάζει ο ιδιοκτήτης.
Φτώχεια και των γονέων….νιόπαντρα ζευγάρια φόρτωναν τα υπάρχοντά τους στην τρίκυκλη μοτοσοκλέτα ΕΚΤΕΛΟΥΝΤΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑΙ που είχε πιάτσα στην Αθηνάς στην Βαρβάκειο και πήγαιναν στο νέο τους σπίτι…στο δωμάτιο της αυλής.
Η ντουλάπα…το σιδερένιο κρεβάτι με τον σουμιέ το σπαστό τραπέζι δύο καρέκλες και το μικρό μπαούλο με τα ρούχα.
Τα υπόλοιπα σιγά σιγά από το Γιουσουρούμ.
Τα ρούχα που φορούσαν ήταν και τα μοναδικά όπως και τα παπούτσια.
Είχε ο Θεός σιγά-σιγά θα πορευόντουσαν καλύτερα.
Σε αυτές τις γειτονιές κάποιοι έβγαζαν μεροκάματο …οι πλανόδιοι.
Μεταξύ αυτών και ο τσαγκάρης….
Αυτός έδινε άμεσα την λύση…έκλεινε και ραντεβού με τον πελάτη για να είναι τα παπούτσια προς επιδιόρθωση…εκεί.
Ο λόγος απλός ήταν τα μοναδικά και τα φορούσε.
Γνώριμη η φωνή του….»…ο μπαλωματήηηης…»…
Ένα σιδερένιο καλαπόδι αναμάσχαλα και ένα σακούλι με τα εργαλεία του… σφυρί…τανάλια…. ξυλόπροκες….μικροπροκάκια….κομμάτια δέρματος από παλιά παπούτσια για να κλείνει τις τρύπες…. σουβλί….κερωμένο σπάγγο… βελόνα….φαλτσέτα (το μαχαίρι του τσαγκάρη ).
Καθότανε έξω στα σκαλάκια της αυλόπορτας ακουμπούσε στο σιδερένιο καλαπόδι το παπούτσι και το μπάλωνε.
Είχε γίνει είδηση παλιά ο θάνατος ενός πλανόδιου μπαλωματή στην Αθήνα.
Τον είχε χτυπήσει αυτοκίνητο.
Έγραφε η εφημερίδα….
«Εις τον Παράδεισον που θα ευρίσκεται θα έχη τώρα πολλή δουλειά. Εκεί καταλύουν πλήθη φουκαράδων που επέρασαν τον κόσμον τούτον με τρύπια παπούτσια διά να κερδίσουν μίαν ευχάριστον αιώνιον ζωήν…»
Πόσο μακρινό και πόσο κοντινό αυτό το σχόλιο ;Πηγή: Πίσω στα παλιά
πηγή από το «σπιτάκι της Μέλιας»
Tags:
Ιστορίες