![](https://scontent.fath4-2.fna.fbcdn.net/v/t1.0-9/p720x720/92313452_2127457000734087_3047266845401808896_o.jpg?_nc_cat=100&_nc_sid=8024bb&_nc_ohc=UOXVGW_5lNIAX90ywif&_nc_ht=scontent.fath4-2.fna&_nc_tp=6&oh=a1eef682c1bdd5db78918e03061296c5&oe=5EB15692)
Ο γέροντας πολύ ευχαριστήθηκε με τούτο το απρόσμενο δώρο. Ο παπαγάλος όμως ήταν τόσο άγριος, που δεν μπορούσες ούτε να τον πλησιάσεις. Ορμούσε με το δυνατό του ράμφος να σε τσιμπήσει.
Έτσι ο γέροντας αποφάσισε να τον ημερέψει.
Πήρε ένα λεπτό βεργάκι και, ακουμπώντας τον παπαγάλο απαλά στα φτερά του, έλεγε την ευχή:
-«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
Δεν πέρασε πολύς καιρός και ο παπαγάλος ημέρεψε τόσο που δεχόταν και το χέρι του γέροντα να τον χαϊδεύει.
Συχνά άκουγες τον παπαγάλο να φωνάζει:
«Γέροντα, ευλόγησον», «Γερόντισσα, ευλογείτε».
Έβγαινε θαρρετά από το κλουβί του, όταν ο γέροντας άνοιγε την πόρτα, καθόταν στον ώμο του κι έτρωγε μαζί του.
‘Εμαθε ακόμη να λέει:
«Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία, ο Κύριος μετά Σου».
Το πιο θαυμαστό όμως ήταν που έμαθε να ψέλνει το «Κύριε, ελέησον!».
Aπόσπασμα από το βιβλίο της Άννας Ιακώβου «Ήταν κάποτε παιδιά. Ο Άγιος Πορφύριος»
Εικονογράφηση: Kωνσταντίνος Δημητρέλος
Εκδόσεις Άθως