..δεν με είχες δει με τόσο μακριά μαλλιά

Πόσα πράγματα έγιναν και δεν ήσουν εδώ….
Πόσα πουλιά της θάλασσας πετούν τούτη την ώρα έξω από παράθυρό μου για να με μπερδέψουν και να μην καταλάβω ποιό απ’όλα είσαι εσύ…..
Το πρωί στον περίβολο του Αγίου Νικολάου ένας παππάς περπατούσε σκυμμένος. Αν και έβλεπα την πλάτη του, ενώ οδηγούσα, κατάλαβα ποιός ήταν. Ένα από τα παιδιά σου έφευγε μετά το μνημόσυνό σου και σε κουβαλούσε στην πλάτη για να σε πάει όπου πήγαινε, να σε έχει για λίγο συντροφιά, ευλογία, αγάπη πριν ξαναγίνεις ανάμνηση, πόνος, έλλειψη, οδύνη άρα αγάπη (και πάλι)….
Είπα πως φέτος δεν θα κλάψω.

Μπήκα στο μαγαζί της γωνίας να πάρω μανταρίνια. Η κυρία στο ταμείο είχε ανοιχτό το βιβλίο που έλεγε για σένα και άρχισε να μου λέει πόσο καλός ήσουν και να κλαίει….Πήρα τα μανταρίνια, λίγα από τα δάκρυά της και σένα στον ώμο και βγήκα από το μαγαζί.

Δεν με ένοιαζε που με κοίταζαν παράξενα. Τον πατέρα μου έκλαιγα.

Περπατούσα αργά και συ χαμογελούσες με το χέρι σου αφημένο στο κεφάλι μου, έτσι που σε είχα στους ώμους……

Μην ανησυχείς πατέρα, εμείς πάντα θα σε κουβαλάμε. Θα σε πηγαίνουμε όπου πάμε και συ θα εύχεσαι για τους δρόμους μας!

Υ.Γ. Τώρα που το θυμήθηκα…εσύ δεν με είχες δει με τόσο μακριά μαλλιά. Καλύτερα δεν είναι έτσι;
Πεθαίνω για τον τρόπο που ξαφνιάζεσαι, όταν σου λένε ερωτήσεις άσχετες σαν την δική μου. Αλλά πες μου, δεν μου πάνε καλύτερα έτσι;

Και κάτι ακόμη, σε παρακαλώ: Ποιό από όλα τα πουλιά που ήρθαν στο μπαλκόνι μου είσαι;

Πηγή: τί και πώς

αναδημοσίευση από το «σπιτάκι της Μέλιας»

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη

Recent in Technology