Ὅσο ἀπομακρύνονται οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὴν φυσικὴ ζωή, τὴν ἁπλή, καὶ προχωροῦν στὴν πολυτέλεια, τόσο αὐξάνει καὶ τὸ ἀνθρώπινο ἄγχος. Καὶ ὅσο ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν Θεό, ἑπόμενο εἶναι νὰ μὴ βρίσκουν πουθενὰ ἀνάπαυση.Γι' αὐτὸ γυρίζουν ἀνήσυχοι ἀκόμη καὶ γύρω ἀπό τὸ φεγγάρι -σάν τὸ λουρὶ τῆς μηχανῆς γύρω ἀπό τὴν τρελλὴ ρόδα -, γιατί ὁλόκληρος ὁ πλανήτης μας δὲν χωράει τὴν πολλή τους ἀνησυχία.
Ἀπὸ τὴν κοσμικὴ καλοπέραση, ἀπὸ τὴν κοσμικὴ εὐτυχία, βγαίνει τὸ κοσμικὸ ἄγχος. Ἡ ἐξωτερικὴ μόρφωση μὲ τὸ ἄγχος ὁδηγεῖ καθημερινῶς ἑκατοντάδες ανθρώ-πων (ἀκόμη καὶ μικρά,μικρᾷ μὲ ἄγχος) στὶς ψυχαναλύσεις καὶ στοὺς ψυχιάτρους καὶ κτίζει συνεχῶς Ψυχιατρεῖα καὶ μετεκπαιδεύει ψυχιάτρους, ἐνῶ πολλοὶ ψυχίατροι οὔτε Θεὸ πιστεύουν οὔτε ψυχή,ψυχῇ παραδέχονται. Ἑπομένως, πῶς εἶναι δυνατὸν αὐτοὶ οἱ άν-θρωποι νὰ βοηθήσουν ψυχές, ἀφοῦ καὶ οἱ ἴδιοι εἶναι γεμᾶτοι ἀπὸ ἄγχος; Πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος νὰ παρηγορηθῆ ἀληθινά, ἂν δὲν πιστέψη στὸν Θεὸ καὶ στὴν ἀληθινὴ ζωή, τὴν μετὰ θάνατον, τὴν αἰώνια; Ὅταν συλλάβη ὁ ἄνθρωπος τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς τῆς ἀληθινῆς, τότε...
φεύγει ὅλο τὸ ἄγχος του καὶ ἔρχεται ἡ θεία παρηγοριά, καὶ θεραπεύεται. Ἄν πήγαινε κανεὶς στὸ Ψυχιατρεῖο καὶ διάβαζε στοὺς ἀσθενεῖς τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ, θὰ γίνονταν καλὰ ὅσοι πιστεύουν στὸν Θεό, γιατί θὰ γνώριζαν τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς.
Πᾶνε νὰ ἠρεμήσουν οἱ ἄνθρωποι εἴτε μὲ ἠρεμιστικὰ εἴτε μὲ θεωρίες γιόγκα, καὶ τὴν πραγματικὴ ἠρεμία, ποὺ ἔρχεται, ὅταν ταπεινωθῆ ὁ ἄνθρωπος, δὲν τὴν ἐπιδιώκουν, γιὰ νὰ ἔρθη ἡ θεία παρηγοριὰ μέσα τους. Καὶ οἱ διάφοροι τουρίστες, ποὺ ἔρχονται ἀπὸ ξένες χῶρες καὶ περπατοῦν στοὺς δρόμους, μέσα στὸν ἥλιο, στὴν ζέστη, μέσα στήν σκόνη, μέσα σὲ τόση φασαρία, σκέψου πόσο ὑποφέρουν! Τί ζόρισμα, τί σφίξιμο ἐσωτερικὸ ἔχουν, ὥστε τὸ σκάσιμο αὐτὸ τὸ ἐξωτερικὸ τὸ θεωροῦν ἀνάσα! Πόσο τοὺς διώχνει ὁ ἑαυτός τους, ποὺ θεωροῦν ἀνάπαυση ὅλη αὐτὴν τὴν ταλαιπωρία!
Ὅταν δοῦμε ἄνθρωπο μὲ μεγάλο ἄγχος, στενοχώρια καὶ λύπη, ἐνῶ τὰ ἔχει ὅλα - τίποτε δὲν τοῦ λείπει -, πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι τοῦ λείπει ὁ Θεός. Τελικά, οἱ ἄνθρωποι βασανίζονται καὶ ἀπὸ τὸν πλοῦτο, γιατί τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ δὲν τοὺς γεμίζουν, εἶναι διπλὸ βάσανο. Ξέρω ἀνθρώπους πλούσιους, ποὺ τὰ ἔχουν ὅλα, δὲν ἔχουν καὶ παιδιά,παιδιᾷ καὶ βασανίζονται. Βαριοῦνται ποὺ κοιμοῦνται, βαριοῦνται νὰ περπατήσουν, βασανίζονται ἀπὸ ὅλα. «Ἐντάξει, ἀφοῦ ἔχεις ἐλεύθερο χρόνο, λέω σὲ κάποιον, Κάνε πνευματικά. Διάβασε μία Ὥρα, διάβασε λίγο ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο». «Δὲν μπορῶ», λέει. «Κάνε ἕνα καλό, πήγαινε σὲ κανένα νοσοκομεῖο καὶ δές κανέναν ἄρρωστο». «Ποὺ νὰ πάω ὡς ἐκεῖ, σοῦ λέει, καὶ τί θὰ βγή;». «Πήγαινε νὰ βοηθήσης κανέναν φτωχὸ στὴν γειτονιά σου». «Ὄχι, δὲν μ' εὐχαριστεῖ, λέει, οὔτε αὐτό». Νὰ ἔχη ἐλεύθερο χρόνο, νὰ ἔχη ἕνα σωρὸ σπίτια, νὰ ἔχη ὅλα τὰ καλά, καὶ νὰ βασανίζεται! Ξέρετε πόσοι τέτοιοι ἄνθρωποι ὑπάρχουν; Καὶ βασανίζονται, μέχρι νὰ τοὺς στρίψη τὸ μυαλό. Φοβερό! Καὶ ἂν τυχὸν δὲν δουλεύουν, ἀλλὰ μόνον ἀπὸ τὶς περιουσίες ἔχουν εἰσοδήματα, εἶναι οἱ πιὸ βασανισμένοι ἄνθρωποι. Ἐνῶ, ἂν ἔχουν τοὐλάχιστον μία δουλειά, εἶναι καλύτερα.
(Λόγοι τόμος Ἅ σελ. 156-157)
Ἀπὸ τὴν κοσμικὴ καλοπέραση, ἀπὸ τὴν κοσμικὴ εὐτυχία, βγαίνει τὸ κοσμικὸ ἄγχος. Ἡ ἐξωτερικὴ μόρφωση μὲ τὸ ἄγχος ὁδηγεῖ καθημερινῶς ἑκατοντάδες ανθρώ-πων (ἀκόμη καὶ μικρά,μικρᾷ μὲ ἄγχος) στὶς ψυχαναλύσεις καὶ στοὺς ψυχιάτρους καὶ κτίζει συνεχῶς Ψυχιατρεῖα καὶ μετεκπαιδεύει ψυχιάτρους, ἐνῶ πολλοὶ ψυχίατροι οὔτε Θεὸ πιστεύουν οὔτε ψυχή,ψυχῇ παραδέχονται. Ἑπομένως, πῶς εἶναι δυνατὸν αὐτοὶ οἱ άν-θρωποι νὰ βοηθήσουν ψυχές, ἀφοῦ καὶ οἱ ἴδιοι εἶναι γεμᾶτοι ἀπὸ ἄγχος; Πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος νὰ παρηγορηθῆ ἀληθινά, ἂν δὲν πιστέψη στὸν Θεὸ καὶ στὴν ἀληθινὴ ζωή, τὴν μετὰ θάνατον, τὴν αἰώνια; Ὅταν συλλάβη ὁ ἄνθρωπος τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς τῆς ἀληθινῆς, τότε...
φεύγει ὅλο τὸ ἄγχος του καὶ ἔρχεται ἡ θεία παρηγοριά, καὶ θεραπεύεται. Ἄν πήγαινε κανεὶς στὸ Ψυχιατρεῖο καὶ διάβαζε στοὺς ἀσθενεῖς τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ, θὰ γίνονταν καλὰ ὅσοι πιστεύουν στὸν Θεό, γιατί θὰ γνώριζαν τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς.
Πᾶνε νὰ ἠρεμήσουν οἱ ἄνθρωποι εἴτε μὲ ἠρεμιστικὰ εἴτε μὲ θεωρίες γιόγκα, καὶ τὴν πραγματικὴ ἠρεμία, ποὺ ἔρχεται, ὅταν ταπεινωθῆ ὁ ἄνθρωπος, δὲν τὴν ἐπιδιώκουν, γιὰ νὰ ἔρθη ἡ θεία παρηγοριὰ μέσα τους. Καὶ οἱ διάφοροι τουρίστες, ποὺ ἔρχονται ἀπὸ ξένες χῶρες καὶ περπατοῦν στοὺς δρόμους, μέσα στὸν ἥλιο, στὴν ζέστη, μέσα στήν σκόνη, μέσα σὲ τόση φασαρία, σκέψου πόσο ὑποφέρουν! Τί ζόρισμα, τί σφίξιμο ἐσωτερικὸ ἔχουν, ὥστε τὸ σκάσιμο αὐτὸ τὸ ἐξωτερικὸ τὸ θεωροῦν ἀνάσα! Πόσο τοὺς διώχνει ὁ ἑαυτός τους, ποὺ θεωροῦν ἀνάπαυση ὅλη αὐτὴν τὴν ταλαιπωρία!
Ὅταν δοῦμε ἄνθρωπο μὲ μεγάλο ἄγχος, στενοχώρια καὶ λύπη, ἐνῶ τὰ ἔχει ὅλα - τίποτε δὲν τοῦ λείπει -, πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι τοῦ λείπει ὁ Θεός. Τελικά, οἱ ἄνθρωποι βασανίζονται καὶ ἀπὸ τὸν πλοῦτο, γιατί τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ δὲν τοὺς γεμίζουν, εἶναι διπλὸ βάσανο. Ξέρω ἀνθρώπους πλούσιους, ποὺ τὰ ἔχουν ὅλα, δὲν ἔχουν καὶ παιδιά,παιδιᾷ καὶ βασανίζονται. Βαριοῦνται ποὺ κοιμοῦνται, βαριοῦνται νὰ περπατήσουν, βασανίζονται ἀπὸ ὅλα. «Ἐντάξει, ἀφοῦ ἔχεις ἐλεύθερο χρόνο, λέω σὲ κάποιον, Κάνε πνευματικά. Διάβασε μία Ὥρα, διάβασε λίγο ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο». «Δὲν μπορῶ», λέει. «Κάνε ἕνα καλό, πήγαινε σὲ κανένα νοσοκομεῖο καὶ δές κανέναν ἄρρωστο». «Ποὺ νὰ πάω ὡς ἐκεῖ, σοῦ λέει, καὶ τί θὰ βγή;». «Πήγαινε νὰ βοηθήσης κανέναν φτωχὸ στὴν γειτονιά σου». «Ὄχι, δὲν μ' εὐχαριστεῖ, λέει, οὔτε αὐτό». Νὰ ἔχη ἐλεύθερο χρόνο, νὰ ἔχη ἕνα σωρὸ σπίτια, νὰ ἔχη ὅλα τὰ καλά, καὶ νὰ βασανίζεται! Ξέρετε πόσοι τέτοιοι ἄνθρωποι ὑπάρχουν; Καὶ βασανίζονται, μέχρι νὰ τοὺς στρίψη τὸ μυαλό. Φοβερό! Καὶ ἂν τυχὸν δὲν δουλεύουν, ἀλλὰ μόνον ἀπὸ τὶς περιουσίες ἔχουν εἰσοδήματα, εἶναι οἱ πιὸ βασανισμένοι ἄνθρωποι. Ἐνῶ, ἂν ἔχουν τοὐλάχιστον μία δουλειά, εἶναι καλύτερα.
(Λόγοι τόμος Ἅ σελ. 156-157)