Σμάδγια κι ὅ,τ’ ἄλλου στὰ ζουντανά μας. του Αρχ. Νικηφόρου Μανάδη

Λέου τ’ μάνναμ’ κι αὐτὴν μὶ τὰ λιέει ὅλα γιὰ τοὺ χουργιό. Τ’ρώτσα σήμιρα γιὰ τὰ σμάδγια ἀποὔχαμι στὰ ζουντανά μας κι αὐτὴν μεἶπι. «Ἰὰ νὰ δῆς μὶ λιέει. Στὰ γίδγια κι στὰ πρόβατα εἴχαμι τὰ ἴδγια σμάδγια. Πρῶτα πρῶτα τὰ σμάδιβάμι στ’αὐτχιά τα, φόντας ἦταν ἀρνούλια ἀκόμα τ’Μιγάλ’ Πέμπτ’ τοὺ προυΐ, ἀφοῦ τἄβαφάμι κι μὶ κόκκιαν’ μπουϊὰ ἀπ’ τ’αὐγά.

Ἔτσιας ἔχουμι κι λέμι: εἴχαμι σκίζα στοὺ διξὶ κι μπρουστουξουραφιὰ στοὺ ζιρβί. Ἢ γένουνταν κι τ’ἀνάπουδου. Γένουνταν ἡ συνδυαζμὸς κι μὶ πισουξουραφιά.

Σκίζα κόκκα στοὺ διξὶ κι μπρουστουξουραφιὰ στοὺ ζιρβί. Γένουνταν κι τ’ ἀνάπουδου. Ἢ γένουνταν συνδυαζμὸς κι μὶ κουτσιόφτικου. Αὐτάϊας ἅμα ἄλλαζαν τοὺ ἕνα κι τ’ ἄλλου λίγου γένουνταν κινούργιου σμάδ’ ἀπ’ δὲν τοὔχει καγκάνας ἄλλους στοὺ χουργιό. Οἱ παπποῦδις μας πάλι ἤξιρναν ἀπόξου κι ἀνακατουτὰ ὅλα τὰ σμάδγια, γιὰ νὰ μὴ μπιρδέβουνταν καένα.

‘Νἄσπρ’ τ’γίδα τν ἴλιγαν φλώρα κι τ’μκρὴ φλουρέκου. Τνἄσπρ’ ‘μπρουβατίνα τνἴλιγαν μπέλλα κι τ’μκρὴ τνἴλιγαν μπιλίτσου. Ἅμα ἡ γίδα εἶχι ἄσπρου κιφάλ’ τνἴλιγαν μπάλια κι τοὺ τραΐ μπάλιου. Τ’θαλασσὶ τ’γίδα τνἴλιγαν κανοῦτα, κι ἅμα εἶχι λίγου μαύρου τνἴλιγαν μαυρουκάνουτα. Ἅμα εἶχι λίγου κανουτουασπριδιρὸ στ’ μύτ’ τνἴλιγαν μούσκρια. Ἅμα εἶχι ντὶπ μαύρ’ τρίχα τνἴλιγαν γκόρμπα, τοὺ κατσίκ’ γκόρμπου κι τοὺ τραΐ γκουρμπῆ ἢ γκόρμπου. Ἅμα εἶχι κουκινουπὴ τρίχα ἡ γίδα τνἴλιγαν ροῦσα. Ἅμα εἶχι ἄσπρουμαύρου ἀνακατουμένις ντάμκις τνἴλιγαν πέστρα. Ἅμα εἶχι παρδαλούδγια χαμπλὰ στὰ πουδάργια τνἴλιγαν πουδαρούσα. Ἅμα ἡ γίδα εἶχι μαυρουκουκκινουπὸ πρόσουπου τνἴλιγαν γκέσσα κι ἅμα ἡ προυβατίνα εἶχι κουκκινουπὸ πρόσουπου τνἴλιγαν κουτσίνου. Ἅμα ἡ προυβατίνα εἶχι σκούρου μαυρουκόκκινου πρόσουπου τνἴλιγαν καραμπάσου κι ἅμα εἶχι ντάμκις μαῦρις σὶ ἄσπρου πρόσουπου τνἴλιγαν κάλισα ἢ καλέσου κι τοὺ κριάρ’ καλέσς. Ἅμα ἡ γίδα εἶχι μκρὰ κιρατούλια τνἴλιγαν κουρνοῦτα. Τὰ σκλαρίκια κάτ’ ἀπ’ ἀπ’τοὺ λιμό τς γίδας τἄλιγαν μαρτζέλια κι αὐτὴν μαρτζιλάτ’. Ἅμα τοὺ τραΐ ἢ τοὺ κριάρ’ δὲν εἶχαν κέρατα τἄλιγαν σιοῦτα. Τὰ στριμμένα-μουνουχζμένα τραϊὰ τἄλιγαν μουνούχια κι κάνα λιβέντκου σουματιρὸ π’τοὺ κριμοῦσαν κι τοὺ τρανύτιρου κυπρὶ ἢ κουδούν’ τοὔλιγαν γκισέμ’ κι πάηνι μπρουστὰ ἀπ’ τοὺ κουπάδ’. Ἅμα ἡ γίδα εἶχι καφιτχιὰ κλιὰ τνἴλιγαν μπάρτζα κι τ’μκρὴ μπαρτζίκου. Ἅμα ἡ γίδα εἶχι τρανὰ μαστάργια τν ἴλιγαν μαλτέζα. Ἅμα ἦταν μψὴ μαλτέζκ’ κι μψὴ ντόπχια τνἴλιγαν μστριώτκ’.

Τ’ἁϊΦιλίππου 14.11.2020

παπαδγιὰ Ἀφρουδίτ’ κι ἡ γιός τς ἀρ.νι.μα.

στ’ μνήμ’ τ’Βασίλ’ σὰν σήμιρα τ’1990

ἀ κι πέρασαν τριάντα χρόνια!

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη

Recent in Technology