Έτσι βλέποντας την σπηλιά που ασκήτεψε μας δημιουργήθηκε η απορία Ποιός ήταν Αυτός. Μάλιστα λόγω του ότι δεν γνωρίζαμε τίποτα για την ιστορία του δεν ξέραμε να ζητήσουμε να δούμε την εικόνα του στην μονή της Μεγίστης Λαύρας (μπορεί μάλιστα και να την είδαμε και να μην το προσέξαμε). Έτσι γυρνώντας στην Θεσσαλονίκη αποφασίσαμε να κάνουμε μία μικρή έρευνα για αυτόν τον "άγνωστο" Άγιο και ότι μαθαίναμε να το δημοσιεύαμε στο blog. Έτσι ανακαλύψαμε την πολύ όμορφη και σημαντική βιογραφία του αλλά και την σπουδαιότητά του στην εκκλησιαστική μουσική. Πιστεύουμε να σας φανούν ενδιαφέροντα.
ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΟΥΚΟΥΖΕΛΗΣ
Ο Όσιος Ιωάννης Κουκουζέλης είναι άγιος
της ορθόδοξης εκκλησίας και σπουδαίος μελοποιός της ορθόδοξης εκκλησιαστικής
μουσικής, ο οποίος έζησε στο τέλος του 13ου αιώνα εώς τις αρχές του 14ου
αιώνα. Τον αποκαλούσαν αγγελόφωνο και καλλικέλαδο
όπως επίσης και Μαΐστωρ της μουσικής . Θεωρείται στην
ορθοδοξία ο δεύτερος μεγαλύτερος μελοποιός μετά τον Ιωάννη Δαμασκηνό.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ο Ιωάννης γεννήθηκε
στο 1280 στο Δυρράχιο από μία αγροτική οικογένεια. Από
νωρίς έμεινε ορφανός από πατέρα. Η μητέρα του ήταν ευσεβής χριστιανη και του
μετέδωσε εξ αρχής το ζήλο για τα ιερά γράμματα. Είχε εξαιρετική φωνή που
ξεχώρισε από πολύ μικρός, και η μητέρα του αποφάσισε από πολύ νωρίς να τον
στείλει στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας την Κωνσταντινούπολη για να
σπουδάσει στην αυτοκρατορική σχολή. Ήταν πολύ έξυπνος και τόσο καλλίφωνος από
μικρός, ώστε τον φώναζαν αγγελόφωνο. Τα πρώτα χρόνια των σπουδών του υπήρξαν
δύσκολα για αυτόν λόγω της κακής του οικονομικής κατάστασης. Χαρακτηριστικό της
πολύ δύσκολης ζωής που έκανε ήταν ότι όταν τον ρωτούσαν στη σχολή τι έτρωγε,
απαντούσε «κουκία και ζέλια», δηλαδή κουκιά και μπιζέλια, που ήταν ότι
φθηνότερο μπορούσε να βρει εκείνη την εποχή για να φάει κάτι και να διατηρηθεί
στην ζωή. Από την φράση αυτή (δηλαδή κουκία και ζέλια) βγήκε και το προσωνύμιο ΚΟΥΚΟΥΖΕΛΗΣ.
Σε λίγο καιρό, η φήμη του εξαπλώθηκε και
πλήθος μαθητών έρχονταν για να διδαχθούν κοντά του την ιερά επιστήμη της
μουσικής. Πολύ γρήγορα αναγνωρίζεται η αξία ως καλλίφωνος και ψάλτης και
διορίζεται πρώτος των αυτοκρατορικών ψαλτών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα όλοι στα
ανάκτορα – συμπεριλαμβανομένου και του αυτοκράτορα – να τον αγαπούν και να τον
εκτιμούν. Εκείνος όμως γενικά είχε μία απέχθεια στην ανθρώπινη δόξα και τα
κοσμικά. Τότε είναι που συμβαίνει ένα μεγάλο γεγονός που θα του αλλάξει την
ζωή. Γνωρίζει στην Κωνσταντινούπολη τον ηγούμενο της ιεράς μονής Μεγίστης
Λαύρας, από τον οποίο μαθαίνει για τη μοναχική ζωή στο Άγιο Όρος. Ο τρόπος
ζωής τον μάγεψε και τότε αποφασίζει να γίνει μοναχός. Τότε αυτοκράτορας στο
Βυζάντιο ήταν ο Αλέξιος ο Α’ ο Κομνηνός.
Ο βυζαντινός αυτοκράτορας ΑΛΕΞΙΟΣ Α' ο ΚΟΜΝΗΝΟΣ |
Ο αυτοκράτορας όμως που τον θαύμαζε
για την υπέροχη φωνή του και την τέχνη του στην βυζαντινή μουσική, και τον είχε
διορίσει αρχιμουσικό των αυτοκρατορικών ψαλτών ήθελε να τον παντρέψει με την
κόρη κάποιου φίλου αριστοκράτη. Αυτό βέβαια που ήθελε ο Ιωάννης δεν ήταν ο
γάμος αλλά να πραγματοποιήσει το μεγάλο του όνειρο, να γίνει μοναχός στο ΑΓΙΟ
ΟΡΟΣ πράγμα βέβαια που ήταν αδύνατο να αποδεχθεί ο αυτοκράτορας. Έτσι με την
δικαιολογία ότι προετοιμάζει τον γάμο του πήγε στον τόπο της γέννησής του για
να πάρει τάχα τη μητρική συγκατάθεση για τον γάμο. Όμως συνεννοήθηκε με φίλους
του να πουν στη μητέρα του ψέματα ότι είχε πεθάνει. Μάλιστα, αυτός βρισκόταν
κρυφά μέσα στο πατρικό του σπίτι κι άκουγε τη μητέρα του να κλαίει όταν οι
φίλοι του της ανακοίνωσαν τον υποτιθέμενο θάνατό του. Τότε ήταν που δημιούργησε
ακούγοντας τον θρήνο της μητέρας του τη θρηνωδία (δηλαδή το μοιρολόγι) με τίτλο
«Βουλγάρα». Στη συνέχεια πήγε στο
Άγιο Όρος, στη μονή Μεγίστης Λαύρας, ντυμένος με τρίχινα ρούχα θέλοντας να
μοιάζει με βοσκό και αποκρύπτοντας την ταυτότητά του.
Φτάνοντας στην κεντρική
πύλη της μονής ο φύλακας τον ρώτησε ποιος ήταν και τι θέλει. Ο Ιωάννης του
απάντησε ότι επιθυμεί να γίνει μοναχός και ότι είναι χωρικός και βοσκός
προβάτων. Μάλιστα ο φύλακας ιδιαίτερα παρατηρητικός του είπε ότι ήταν πολύ
νέος, και ο Ιωάννης απάντησε ταπεινά με τη ρήση του προφήτη Ιερεμία «Αγαθόν
ανδρί, όταν άρη ζυγόν εν τη νεότητι αυτού».
Η κεντρική πύλη της μονής ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ στην οποία έγινε ο διάλογος μεταξύ του ΟΣΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ και του φύλακα της μονής.
Στη συνέχεια γίνεται μοναχός
στην ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ και αναλαμβάνει βοσκός των τράγων της μονής
κρύβοντας βέβαια την πραγματική του ιδιότητα. Έτσι, ό όσιος
πραγματοποίησε τον πόθο του και, εκτελώντας τη δουλειά που του ανέθεσε ο
ηγούμενος, προσευχόταν συγχρόνως απερίσπαστος μέσα στην αγαπημένη του
ησυχία. Όπως ήταν φυσικό, ο βασιλιάς τον αναζήτησε, αλλά δεν μπόρεσε να
τον βρει πουθενά. Τελικά όμως γρήγορα προδόθηκε. Όταν έβγαζε για βοσκή τους
τράγους και ήταν αυτός ο βοσκός οι τράγοι γύριζαν το απόγευμα στο στάβλο της
μονής σχεδόν νηστικοί, ενώ όταν τους έβγαζαν για βοσκή άλλοι μοναχοί γυρνούσαν
χορτάτοι. Αυτό το παρατήρησε ο ηγούμενος και μη ξέροντας τι συμβαίνει
ανέθεσε σε άλλο μοναχό να παρακολουθήσει τον Ιωάννη για να δει τι συνέβαινε. Ο
μοναχός τον παρακολούθησε και είδε ότι ενώ έβοσκαν τα ζώα, ο Ιωάννης μόλις
άρχισε να ψάλλει τότε εκείνα σταματούσαν να τρώνε και τον άκουγαν απολαμβάνοντας
την υπέροχη φωνή του. Όταν σταματούσε την ψαλμωδία, τότε εκείνα άρχισαν πάλι να
τρώνε. Μα μόλις ξανάρχιζε την ψαλμωδία τα ζώα πάλι σταματούσαν το φαγητό και τον
κοίταζαν και πάλι μαγεμένα από την υπέροχη φωνή του. Μόλις το έμαθε ο ηγούμενος
τον κάλεσε και αμέσως τον αναγνώρισε. Αρχικά θύμωσε μαζί του και τον επίπληξε
που δεν είχε αποκαλύψει ποιος ήταν. Αμέσως ενημέρωσε τον αυτοκράτορα, αλλά
ζήτησε από αυτόν να αφήσει ελεύθερο τον Ιωάννη να ακολουθήσει τις επιλογές του
και να μην τον υποχρεώσει να επιστρέψει στο παλάτι. Από τότε ο Ιωάννης
εγκατέλειψε τα καθήκοντα του φύλακα των ταύρων και του επετράπη να κτίσει ένα
ταπεινό κελλί κοντά στην μονή της Λαύρας όπου διαβιούσε όλη την εβδομάδα και τις
Κυριακές και εορτές έψαλλε στο καθολικό με τους άλλους ιεροψάλτες. Μάλιστα λόγω
της ταπεινότητας που τον διέκρινε δεν προσπαθούσε να εντυπωσιάσει κάνοντας
επίδειξη των φωνητικών του ικανοτήτων, αλλά έψαλλε προσευχόμενος, βοηθώντας
τους γύρω του να έρθουν σε κατάνυξη και διάθεση για προσευχή. Από την έντονη
ασκητική ζωή που έκανε ο Ιωάννης σάπισε το πόδι του αλλά η Θεοτόκος τον
θεράπευσε. Ήξερε ότι ήρθε το τέλος της ζωής του και ζήτησε να τον θάψουν στο
κελλί των Αρχαγγέλων όπου και ασκήτευε. Πέθανε το 1360 στην ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΜΕΓΙΣΤΗΣ
ΛΑΥΡΑΣ. Τα τίμια λείψανα του φυλάγονται σήμερα στην μονή Μεγίστης Λαύρας.
Η ορθόδοξη εκκλησία τον ανακήρυξε
άγιο και η μνήμη του τιμάται από την 1η Οκτωβρίου. Στο μοναστήρι της
Μεγίστης Λαύρας υπάρχει εικόνα του που τον παρουσιάζει περικυκλωμένο με τα
μουσικά του σύμβολα, τα «νεύματα».
ΜΟΥΣΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΚΟΥΚΟΥΖΕΛΗ
Ο Ιωάννης Κουκουζέλης ήταν μεγάλος
μουσικός και σώζονται πολλά σπουδαία έργα του στις πλούσιες αγιορείτικες
βιβλιοθήκες και ιδιαίτερα της Μ. Λαύρας. Πιο συγκεκριμένα σώζονται χερουβικά,
κοινωνικά, ανοιξαντάρια, αλληλουϊάρια, φήμες, πολυέλεοι, ειρμοί, πασαπνοάρια
και άλλα. Πολλοί ασχολήθηκαν και μελέτησαν το μουσικό του έργο και τον βίο του.
Στη Μεγίστη Λαύρα υπάρχει και χειρόγραφη ακολουθία προς τιμή του, όπως και στη
σκήτη των Καυσοκαλυβίων. Νεώτερη ακολουθία συνέθεσε ο μοναχός Γεράσιμος
Μικραγιαννανίτης, ενώ ο Γ. Θ. Μηλίτσης παρακλητικό κανόνα και Εγκώμια. Επίσης έγραψε
το «Τέχνη ψαλτική και σημάδια
ψαλτικά μετά πάσης χειρονομίας και συνθέσεως, ποιηθέντα παρά του Μαΐστορος
Ιωάννου Κουκουζέλους», το οποίο αποτελεί θεωρητικό σύγγραμμα
μουσικής. Συνέθεσε άσματα εκκλησιαστικά και δημιούργησε ένα βιβλίο με
τίτλο: «Βιβλίον συν Θεώ αγίω περιέχον την άπασαν ακολουθίαν της
εκκλησιαστικής τάξεως, συνταχθείσαν παρά του Μαΐστορος Ιωάννου Κουκουζέλους».
Ο Ιωάννης Κουκουζέλης έκανε
τροποποιήσεις και μεταβολές στα σημεία της συμβολικής γραφής των μελωδιών που
είχε καθιερώσει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Συνέγραψε το «θεωρητικό έργον περί Μουσικής
τέχνης», και βιβλίο με μουσικά σημεία που περιέχει
εκκλησιαστικά άσματα.
Δημιούργησε το «Μέγα
Ίσον της Παπαδικής» το οποίο αργότερα κατά τον 18ο αιώνα μεταφέρθηκε
σε νεώτερη μουσική από τον Πέτρο τον Πελοποννήσιο και εν τέλει και
στο νέο σύστημα, το οποίο ίσχυσε από τις αρχές του 19ου αιώνα, με την
μεταρρύθμιση της εκκλησιαστικής μουσικής σημειογραφίας που επεξεργάστηκε
ο Χρύσανθος ο Μαδυτινός. Επίσης δημιούργησε τον κυκλικό «Μέγιστο
Τροχό της μουσικής» ο οποίος έχει γύρω του άλλους τέσσερις
μικρότερους Τροχούς. Ο άγιος Ιωάννης Κουκουζέλης έκανε εκκλησιαστική μουσική
κατά τους οκτώ ήχους Χερουβικά σύντομα και μακρά έντεχνα. Από αυτά
σώζεται ένα σε ήχο πλάγιο του δευτέρου, ένα Κοινωνικό «Αινείτε» σε ήχο
πλάγιο του πρώτου, και ένα «Γεύσασθε» σε ήχο πλάγιο του πρώτου. Σώζονται
επίσης τα μεγάλα και έντεχνα Ανοιξαντάρια, το αργό «Μακάριος ανήρ», το «Χαίρε
κεχαριτωμένη» κατ’ αναγραμματισμό, Αλληλουάρια σε ήχο πρώτο και πλάγιο του
πρώτου, το «Άνωθεν oι Προφήται», η φήμη «Τον δεσπότην και αρχιερέα»,
πολυέλεοι, δοχές, καλοφωνικοί ειρμοί, πασαπνοάρια και πολλά άλλα. Κάποια από
αυτά έχουν εκδοθεί, ενώ άλλα είναι ανέκδοτα. Τα μουσικά χειρόγραφα του αγίου
Ιωάννη Κουκουζέλη φυλάσσονται στις Βιβλιοθήκες της Κωνσταντινούπολης, της
Θεσσαλονίκης, των Αθηνών, του Αγίου Όρους, του Βατικανού,
του Παρισιού, της Βιέννης και άλλων πόλεων.
ΤΙ ΛΕΕΙ Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΥΚΟΥΖΕΛΗ
Σύμφωνα με την παράδοση, σε
κάποια λειτουργία, Σάββατο της πέμπτης εβδομάδας των Νηστειών, όταν
ψάλλεται ο Ακάθιστος Ύμνος, μετά το τέλος του κανόνα ο Ιωάννης ο
Κουκουζέλης αποκοιμήθηκε στο στασίδι του καθολικού της ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ
ΛΑΥΡΑΣ, κουρασμένος από την αγρυπνία. Τότε τον επισκέφθηκε σε όραμα η Θεοτόκος
και του είπε: «Χαίροις Ιωάννη ψάλλε μοι,
και ου μη σε εγκαταλίπω», επίσης του έδωσε ένα χρυσό νόμισμα, ως ανταμοιβή επειδή
είχε ψάλει πολύ ωραία τον ύμνο της. Αμέσως ξύπνησε, και βρήκε στο χέρι του το
δώρο της Θεοτόκου. Αυτό το χρυσό νόμισμα έκανε πολλά θαύματα. Στην συνέχεια το
έκοψαν στα δύο. Το μισό βρίσκεται σήμερα δίπλα την εικόνα της Θεοτόκου της
Κουκουζέλας στο ναό της Λαύρας και το άλλο μισό εστάλη στη Ρωσία. Μετά από αυτό
το γεγονός, ο Ιωάννης αύξησε το ζήλο του προς την ψαλμωδία και έψαλε στο ναό
καθημερινώς, προσφέροντας τις υπηρεσίες του στη Παναγίαου, έως το
θάνατό του.
πηγή:
και Διονύσης Μπόσιακας
φώτο
Tags:
Άγιον Όρος